Δυστυχώς στη χώρα μας, επικρατεί ακόμη, μια λανθασμένη αντίληψη για το επάγγελμα του ψυχολόγου και τις υπηρεσίες που προσφέρει. Πολλοί θεωρούν πως ο ψυχολόγος είναι γιατρός και ο ρόλος του συγχέεται με αυτόν του ψυχίατρου. Πιστεύεται επίσης, ότι όσοι επισκέπτονται ψυχολόγο, είναι “τρελοί”, αδύναμοι, ευάλωτοι. Αυτό, έχει ως αποτέλεσμα να στιγματίζονται οι άνθρωποι που αναζητούν βοήθεια. Δεν είναι λίγοι, αυτοί που αποφεύγουν να αναζητήσουν βοήθεια, καθώς φοβούνται ότι θα θεωρηθούν αδύναμοι. Έτσι, μένουν παθητικοί, και επιλέγουν να υποφέρουν σιωπηλά.
Σε γενικές γραμμές, ο ψυχολόγος προσφέρει ψυχολογική υποστήριξη και αν έχει προχωρήσει σε περαιτέρω τετραετή εξειδίκευση, μπορεί να παρέχει ψυχοθεραπευτική παρέμβαση. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συνταγογραφήσει φάρμακα, μπορεί όμως, εφόσον καταστεί απαραίτητο, να παραπέμψει κάποιον άνθρωπο σε ψυχίατρο.
Πώς καταλαβαίνω ότι χρειάζομαι μια επίσκεψη σε ψυχολόγο:
Όλοι οι άνθρωποι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις, τραυματικά γεγονότα και αποτυχίες. Κάποιες φορές, μπορεί να είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε τα παραπάνω, αλλά κάποιες άλλες, ενδεχομένως οι δυσκολίες να υπερβαίνουν τα όρια μας και να αδυνατούμε μόνοι μας να ανταπεξέλθουμε στην καθημερινότητα.
Συχνά σημάδια ότι ίσως χρειαζόμαστε μια επίσκεψη σε ψυχολόγο είναι:
Όταν νιώθουμε πως έχουμε εξαντλήσει τις δυνάμεις μας, όταν έχουμε ξεπεράσει τα όρια μας. Στοιχεία που το επιβεβαιώνουν είναι η αίσθηση απελπισίας, η συχνή εναλλαγή της διάθεσης, η νευρικότητα και η ευερεθιστότητα.
Όταν βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα( π.χ. άγχος, θλίψη, θυμός) για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η βίωση τέτοιων συναισθημάτων σε συνδυασμό με την επίδραση τους στην καθημερινότητα μας, χωρίς να μπορούμε να τα εξουδετερώσουμε, καθιστά την επίσκεψη σε ψυχολόγο απαραίτητη.
Όταν γνωρίζουμε πως κάτι δεν πηγαίνει καλά στη ζωή μας, αλλά δεν μπορούμε να βρούμε τί μας φταίει. Νιώθουμε “χαμένοι”, ότι έχουμε χάσει τον εαυτό μας και δεν μπορούμε να ευχαριστηθούμε τη ζωή μας.
Όταν διαμαρτύρεται το σώμα μας. Ψυχική και σωματική υγεία είναι αλληλένδετα. Όταν εμείς, αρνούμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με την δυσκολία μας, τότε θα αναλάβει τα ηνία το σώμα. Θα προειδοποιήσει μέσω σωματικών ενοχλήσεων, που δεν σχετίζονται με οργανικές νόσους. Θα εμφανίσει τα λεγόμενα “ψυχοσωματικά συμπτώματα”.
Όταν δεν έχουμε κάποιον να μας ακούσει ουσιαστικά, να μοιραστούμε το πρόβλημα μας, τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας. ‘Η ακόμη, όταν επικοινωνούμε το πρόβλημα με φίλους και καταλαβαίνουμε πως δεν αρκεί μόνο αυτό για να νιώσουμε καλύτερα.
Κάποιοι άνθρωποι αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν μια επίσκεψη σε ψυχολόγο, χωρίς κάποιο αίτημα που να υποδηλώνει δυσκολία. Νιώθουν όμως, πως έχουν ανάγκη να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Επιλέγουν λοιπόν τον δρόμο αυτό, ώστε να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους και να μάθουν ενδεχομένως, καλύτερους τρόπους διαχείρισης των σκέψεων τους.
Για κάθε άνθρωπο που αποφασίζει να πραγματοποιήσει μια επίσκεψη σε ψυχολόγο, χρειάζεται να γνωρίζει ότι:
Πρέπει να αποτελεί καθαρά δική του απόφαση. Προκειμένου να είναι επιτυχημένη μια τέτοια διαδικασία, απαιτείται συνεργασία μεταξύ των εμπλεκόμενων και ενεργή συμμετοχή.
Είναι σημαντικό να είναι συνειδητοποιημένος για το τί μπορεί να του προσφέρει η συμβουλευτική υποστήριξη/ψυχοθεραπεία. Για παράδειγμα, ο ψυχολόγος δεν μπορεί να λύσει δια μαγείας τα προβλήματα του. Μπορεί όμως να σταθεί πλάι του και να δουλέψουν μαζί τα δυσλειτουργικά μοτίβα στη συμπεριφορά του. Δεν μπορεί να του δώσει έτοιμες λύσεις ή συμβουλές, μπορεί να τον βοηθήσει όμως να αναπτύξει δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων.
Η επίσκεψη σε ψυχολόγο αποτελεί ένα καθαρά προσωπικό ζήτημα του καθενός. Η επιλογή του ψυχολόγου δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Χρειάζεται ο ενδιαφερόμενος, να αναζητήσει πρώτα πληροφορίες για τον ψυχολόγο που επιθυμεί να επισκεφθεί, να μελετήσει το βιογραφικό του και να εστιάσει στην ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που ακολουθεί. Όμως σαφώς δεν αρκεί αυτό. Το σημαντικότερο είναι να υπάρξει χημεία μεταξύ των δύο, που θα συμβάλλει στην δημιουργία μιας ισχυρής θεραπευτικής σχέσης.
Κάποια χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει ένα ψυχολόγος/θεραπευτής είναι τα εξής:
Να είναι γνήσιος. Με τον όρο αυτό εννοούμε να είναι ειλικρινής, να μην υιοθετεί κάποιο ρόλο, να είναι ο εαυτός του.
Να αποδέχεται άνευ όρων τον θεραπευόμενο. Δηλαδή, να τον αποδέχεται όπως είναι, για αυτό που είναι, χωρίς να τον κρίνει. Να μπορεί να αναγνωρίζει την αξία της μοναδικότητας του καθενός.
Να έχει ενσυναίσθηση. Να έχει την ικανότητα να βλέπει, να αντιλαμβάνεται τα πράγματα από την σκοπιά του θεραπευόμενου, δίχως όμως να ταυτίζεται μαζί του.
Να νιώθει καλά με την σιωπή. Η ύπαρξη σιωπής έχει το δικό της νόημα, και είναι σημαντικό να τη σέβεται και να μην νιώθει αμηχανία ο θεραπευτής.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να ξέρουμε πως όταν βιώνουμε μια κατάσταση που θεωρούμε ότι μας καταβάλει, μας εξασθενεί και μας απορροφά ενέργεια, ενώ παράλληλα, περιορίζει σημαντικά την λειτουργικότητα μας σε καθημερινή βάση, αποτελεί ένδειξη πως κάτι συμβαίνει. Είναι σημάδι που χρήζει διερεύνησης από μέρους μας.
Η αναζήτηση βοήθειας δεν είναι αδυναμία. Αντιθέτως, είναι ένδειξη δύναμης και φροντίδας του εαυτού μας.
Διαμαντοπούλου Κατερίνα, Ψυχολόγος